
Η Αμβρακία κυριολεκτικά βρίσκεται θαμμένη κάτω από τη σύγχρονη πόλη της Άρτας,.
Οι αρχαίοι συγγραφείς αποκαλούσαν την περιοχή της Αμβρακίας Δρυοπίδα. Το τοπωνύμιο Αμβρακία οφείλεται κατά τη μυθολογία στον Άμβρακα, γιο του Θεσπρωτού ή στην Αμβρακία, θυγατέρα του Μελανέα, βασιλιά των Δρυόπων ή του Αυγείου της Ήλιδας ή του Φόρβαντα, γιου του Ήλιου.
Ιδρύθηκε στο τέλος του 7ου αι.π.Χ. από τον Γόργο, νόθο γιο του Κυψέλου, τυράννου της Κορίνθου.
Όπως όλες οι πόλεις που ασχολήθηκαν με το εμπόριο, χτισμένη δίπλα σε ποτάμι, η Αμβρακία υπήρξε μία από τις σημαντικότερες αποικίες των Κορινθίων στη ΒΔ Ελλάδα.
Σύντομα εξελίχθηκε σε ένα από τα σημαντικότερα κέντρα του κορινθιακού εμπορίου στη ΒΔ Ελλάδα, εξαιτίας της πλεονεκτικής στρατηγικής και εμπορικής της θέσης, κοντά στον πλωτό ποταμό Άραχθο και πάνω στον μοναδικό δρόμο από τη Νότια Ελλάδα προς την ηπειρωτική ενδοχώρα. Γνώρισε πνευματική άνθηση, υιοθέτησε τη γραφή και ανέπτυξε τις τέχνες, δημιουργώντας το δικό της ύφος στη γλυπτική και τη μεταλλοτεχνία, ενώ από τις αρχές του 5ου αι. π.Χ. έκοψε ασημένια νομίσματα σύμφωνα με τα κορινθιακά πρότυπα. Η πόλη αριθμούσε γύρω στους 100.000 κατοίκους και γνώρισε μεγάλη ακμή από την ίδρυση της μέχρι τον 2ο αι. π.Χ.
Η Αμβρακία ως κορινθιακή αποικία γνώρισε μεγάλη οικονομική άνθηση και ναυτική ισχύ όπως προκύπτει από τα αρχαία κείμενα και τα αρχαιολογικά ευρήματα. Διέθετε ένα από τα καλύτερα πολεοδομικά συστήματα της αρχαιότητας. Ονομαστά ήταν επίσης τα γυναικεία Αμβρακιώτικα υποδήματα γνωστά σε όλη την Ελλάδα με το όνομα Αμβρακίδες.
Κατά τους Περσικούς πολέμους έλαβε μέρος με επτά πλοία στη ναυμαχία της Σαλαμίνας και με πεντακόσιους οπλίτες στη μάχη των Πλαταιών. Κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο συμμάχησε με τους Λακεδαιμονίους, αλλά οι 3.000 οπλίτες της ηττήθηκαν τον χειμώνα του 426 π.Χ. στη μάχη των Όλπων από τους εχθρούς τους Ακαρνάνες που ήταν σύμμαχοι των Αθηναίων και καταστράφηκε από το στρατηγό Δημοσθένη. Αργότερα, συμμάχησε με τους Αθηναίους για να προστατευτεί από τους Μακεδόνες του Φιλίππου. Ωστόσο το έτος 338 π.Χ. ο Φίλιππος ο Β΄ κατέλαβε την πόλη, λίγο πριν τη μάχη της Χαιρώνειας. Μετά το θάνατο του Φιλίππου Β΄ οι Αμβρακιώτες έδιωξαν τους Μακεδόνες, αλλά τους κατέλαβε και πάλι αργότερα ο γιος του Κασσάνδρου Αλέξανδρος.
Το 295 π.Χ. η Αμβρακία παραχωρήθηκε από τους Μακεδόνες στον Πύρρο, ο οποίος την έκανε πρωτεύουσα του βασιλείου του κι από αυτή εξορμούσε για τις εκστρατείες του στη λοιπή Ελλάδα και την Ιταλία. Την περίοδο αυτή η πόλη γνώρισε την μεγαλύτερη άνθηση της. Ο Πύρρος γέμισε την Αμβρακία με μνημειώδη κτίσματα, ναούς, αγάλματα και ζωγραφικούς πίνακες.
Το 189 π.Χ. πολιορκείται από τον ύπατο της Ρώμης Μάρκο Φλούβιο, ύστερα από την εξέγερση κατά των Ρωμαίων. Με τη φιλική παρέμβαση του Περιάνδρου, βασιλιά των Αθαμάνων, η πόλη παραδίδεται (187 π.Χ.) στο Φλούβιο. Ο Φλούβιος, αφού επικράτησε σε όλη την περιοχή, λεηλάτησε την Αμβρακία, αρπάζοντας πολλά από τα έργα τέχνης, που κατέληξαν στην Ρώμη. Επί Αιμίλιου Παύλου, υποδουλώνεται όλη η Ήπειρος στους Ρωμαίους (167 π.Χ.), ενώ λεηλατούνται και καταστρέφονται οι πόλεις της. Η Αμβρακία καίγεται και γκρεμίζονται τα τείχη της. Ο περιηγητής Παυσανίας, που πέρασε αργότερα, αναφέρει ότι βρήκε πέτρες σε χορταριασμένο τόπο. Μετά από 1.000 χρόνια, στη θέση της κτίστηκε η σημερινή Άρτα.